Το φετινό Συνέδριο του Economist γίνεται σε συνθήκες αληθινά δραματικές:
Δραματικές, γιατί η Κυβέρνηση της Ελλάδας έχει ήδη προσφύγει στο μηχανισμό στήριξης της Ευρώπης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Δραματικές, γιατί η ίδια η Ευρώπη αναγκάζεται να συγκροτήσει βιαστικά και εκ των ενόντων ένα μηχανισμό στήριξης κράτους-μέλους της Ευρωζώνης. Κι ύστερα αναγκάζεται, επίσης βιαστικά, να λύσει όλα τα θεσμικά, νομικά και χρηματο-οικονομικά προβλήματα, για να τον θέσει σε κίνηση, με πολλούς, όμως, δισταγμούς εκ μέρους κάποιων από τα μέλη της. Και μόνο αφού διαπιστώσει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί πλέον να δανειστεί από τις αγορές και ότι κινδυνεύει το ίδιο το ευρώ.
Δραματικές, ακόμα, διότι η ελληνική κρίση απειλεί τώρα να μεταδοθεί σε άλλες χώρες μέλη. Πράγμα που σημαίνει ότι τα αίτιά της δεν είναι αποκλειστικά «ελληνικά».
Δραματικές, τέλος, διότι ο αντίκτυπος της κρίσης γίνεται αισθητός, όχι μόνο πολύ πέρα από τα ελληνικά σύνορα, αλλά και πολύ πιο πέρα από την Ευρώπη.
Και γεννιέται το πρώτο εύλογο ερώτημα: Πώς είναι δυνατόν η κρίση μιας χώρας όπως η Ελλάδα, που αντιπροσωπεύει κάτι λιγότερο από 2,5% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ, η δική της κρίση να έχει τόσο μεγάλο αντίκτυπο στην υπόλοιπη Ευρώπη και τον κόσμο;
Είναι προφανές ότι η κρίση δεν είναι μόνο ελληνική. Ότι η Ελλάδα αναδείχθηκε σε «αδύνατο κρίκο» μιας πολύ ευρύτερης κρίσης, την οποία η υπόλοιπη Ευρώπη τώρα μόλις έχει αρχίσει να υποπτεύεται.
Σήμερα, λοιπόν, θα προσπαθήσω να απαντήσω σε τέσσερα ερωτήματα:
-- Πρώτον, ποια είναι η ελληνική διάσταση της κρίσης;
-- Δεύτερον, ποια είναι η ευρύτερη, η ευρωπαϊκή διάσταση της κρίσης; Και γιατί η Ελλάδα έγινε αδύνατος κρίκος;
-- Τρίτον, τι μπορεί να κάνει η Ελλάδα για να βγει από την κρίση;
-- Και τέταρτον, ποια είναι τα πρώτα συμπεράσματα που μπορούμε να βγάλουμε από αυτή την δραματική εμπειρία;
Ποια, λοιπόν, είναι τα αίτια της κρίσης δανεισμού μιας χώρας;
Για να προκύψει μια τέτοια κρίση πρέπει να συντρέχουν τρία αίτια:
-- Πρώτον, υψηλό χρέος και υψηλό έλλειμμα. Αυτή είναι η δημοσιονομική προϋπόθεση. Το πρώτο που πρέπει να συμβαίνει για να προκαλέσει μια χώρα ανησυχία στους διεθνείς πιστωτές είναι ένα χρέος που τείνει να μεγαλώνει και δείχνει να αυτο-τροδοφοτείται από ένα διογκούμενο έλλειμμα. Αναγκαία προϋπόθεση, αλλά όχι ικανή.
-- Δεύτερον, πρέπει να υπάρχει πτώση της ανταγωνιστικότητας. Δεν αρκεί μια χώρα να έχει υψηλό έλλειμμα και υψηλό χρέος για να ανησυχήσουν οι πιστωτές της. Πρέπει και η ανταγωνιστικότητά της να εμφανίζει σημάδια σοβαρής συνεχούς επιδείνωσης. Έτσι αρχίζει να δημιουργείται αμφιβολία για τη δυνατότητά της να εξυπηρετήσει το χρέος της στο μέλλον.
-- Τρίτον, πρέπει, επίσης να εμφανίζεται αδυναμία της εκάστοτε κυβέρνησης να διαχειριστεί τα Οικονομικά μεγέθη και να κάνει τις απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις προκειμένου να εξουδετερώσει πιθανές αποκλίσεις από μια μακροχρόνια ισορροπία. Δεν χάνουν την υπομονή τους εύκολα οι διεθνείς πιστωτές, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για χώρα-μέλος ισχυρής νομισματικής Ένωσης. Ακόμα και υψηλά ελλείμματα, ακόμα και υψηλό χρέος, ακόμα και χαμηλή ανταγωνιστικότητα δεν προκαλούν μεγάλες ανησυχίες, αν έχουν εμπιστοσύνη ότι η κυβέρνηση μπορεί να κάνει τις διορθωτικές κινήσεις έγκαιρα.
Όταν, όμως, χαθεί και αυτή η εμπιστοσύνη, τότε αρχίζει το καταστροφικό ντόμινο, που όλοι παρακολουθήσαμε τους τελευταίους μήνες με την περίπτωση της Ελλάδας. Και που πραγματικά ευχόμαστε να μην χρειαστεί να το παρακολουθήσουμε ξανά για καμία άλλη χώρα.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, μια αιτία. Υπάρχουν τρία-τέσσερα τουλάχιστον αίτια που πρέπει να συμπέσουν για να προκύψει κρίση δανεισμού σε μια χώρα όπως η Ελλάδα.
Και να η απόδειξη:
-- Υπάρχουν χώρες-μέλη της Ευρωζώνης, όπως η Ιταλία, που έχουν μεγαλύτερο χρέος από το Ελληνικό. Αλλά δεν έχουν κρίση δανεισμού.
-- Υπάρχουν χώρες-μέλη, όπως η Ιρλανδία, που έχουν μεγαλύτερο έλλειμμα από το 12,7% της Ελλάδας. Ήδη μετά την πρόσφατη αναθεώρηση, η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στην δεύτερη θέση με 13,6% έλλειμμα, έναντι της Ιρλανδίας, που έχει 14,3%. Κι όμως η Ιρλανδία δεν αντιμετωπίζει σήμερα κρίση δανεισμού.
-- Από την άλλη πλευρά υπάρχουν χώρες που χρεοκόπησαν με πολύ χαμηλότερη σχέση Χρέους προς ΑΕΠ. Όπως η Αργεντινή για παράδειγμα. Η οποία όταν χρεοκόπησε το 2002, είχε χρέος μόλις το 50% του ΑΕΠ της! Με τα ευρωπαϊκά κριτήρια θα ήταν μια πολύ «υγιής» χώρα. Κι όμως τότε χρεοκόπησε. Γιατί άραγε;
Διότι δεν υπάρχει ένα μοναδικό επίπεδο χρέους η ελλείμματος που οδηγεί αυτόματα σε κρίση δανεισμού.
-- Η Ιαπωνία από την άλλη πλευρά, έχει υψηλή ανταγωνιστικότητα. Κι έτσι αντέχει χωρίς πρόβλημα το πολύ υψηλό χρέος της που φτάνει στο 200% του ΑΕΠ της, παρακαλώ. Μιάμιση φορά και πλέον πιο μεγάλο από το αντίστοιχο ελληνικό σήμερα…
Η Αργεντινή έβλεπε την ανταγωνιστικότητά της να καταρρέει κι αντιμετώπισε μεγάλο πρόβλημα ακόμα και με επίπεδο χρέους που παντού αλλού θεωρείται πολύ χαμηλό.
Η Ιταλία και η Ιρλανδία σήμερα έχουν αντίστοιχα διαρθρωτικά προβλήματα συγκρίσιμα με αυτά της Ελλάδας, αλλά πείθουν ότι τα διαχειρίζονται σωστά και δεν προκαλούν ανησυχίες.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, είχαμε ένα υψηλό αλλά όχι πρωτοφανές για τα ευρωπαϊκά δεδομένα χρέος, είχαμε ακόμα ένα υψηλό, αλλά όχι πρωτοφανές επίπεδο δημοσιονομικού ελλείμματος στις τρέχουσες συνθήκες κρίσης, έχουμε μια μόνιμη επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας, πραγματικά ανησυχητική εδώ και χρόνια, αλλά η κρίση δανεισμού προέκυψε μόλις τους τελευταίους μήνες.
Όταν, δυστυχώς, η νέα κυβέρνηση έδειξε πρωτοφανή και χωρίς προηγούμενο αδυναμία να πείσει τις αγορές ότι μπορεί να διαχειριστεί τα προβλήματα αυτά.
Τα διαρθρωτικά προβλήματα της Ελληνικής Οικονομίας έχουν βαθιές ρίζες στην Κοινωνία και στο Χρόνο. Δεν δημιουργήθηκαν ούτε τους τελευταίους μήνες, ούτε τα τελευταία χρόνια. Μόλις πέρσι, το 2009, η Ελλάδα δανείστηκε από τις αγορές με μέσο επιτόκιο 4,2%. Φέτος έφτασε να δανείζεται με πάνω από 6% σε δεκαετή διάρκεια, πριν βγει εντελώς έξω από τις διεθνείς αγορές. Κάτι άλλαξε λοιπόν, το τελευταίο διάστημα…
Τα spreads των ελληνικών ομολόγων ήταν γύρω στις 130 μονάδες μέχρι και τον Οκτώβριο. Όταν όλοι γνώριζαν ότι το ελληνικό έλλειμμα θα ξεφύγει πάνω από το 6-7% που προέβλεπε η προηγούμενη κυβέρνηση. Ακόμα και μετά τα μέσα Νοεμβρίου, όταν ανακοινώθηκε διψήφιο έλλειμμα, τα spreads ανέβηκαν ως τις 170 μονάδες βάσης, χωρίς οι αγορές να δείχνουν υπερβολική ανησυχία. Άλλωστε, αντίστοιχο διψήφιο έλλειμμα ανακοίνωσε τότε και η Ιρλανδία, χωρίς να ανέβουν τα δικά της spreads υπερβολικά. Και η Ιρλανδία έσπευσε αμέσως να πάρει μέτρα. Μέχρι τότε οι αγορές δεν ανησυχούσαν ιδιαίτερα ούτε και για την Ελλάδα. Γνώριζαν ότι το πρόβλημα επιδεινώνεται μεν, αλλά είναι απολύτως αντιμετωπίσιμο.
Από τότε δεν άλλαξε κάτι θεμελιώδες στη δομή της Ελληνικής οικονομίας ούτε στα τρέχοντα μεγέθη της. Αλλά άλλαξε η εικόνα της διαχείρισής της.
Η νέα κυβέρνηση ματαίωσε «ώριμες» δημόσιες εισπράξεις, μετέθεσε εισπράξεις στην επόμενη χρονιά, μετέθεσε πληρωμές της επόμενης χρονιάς στην τρέχουσα, δηλαδή του 2010, στο λήγον έτος 2009. Κι ύστερα παρέλυσε όλο το δημόσιο με τις απίστευτες καθυστερήσεις της ακόμα και να διορίσει Γενικούς Γραμματείς υπουργείων. Και κυρίως παρέλυσε τον εισπρακτικό μηχανισμό του δημοσίου.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του Λογιστηρίου του κράτους, τα δύο τρίτα της συνολικής υστέρησης εσόδων, για ολόκληρο το 2009, σημειώθηκαν μόνο το τελευταίο τρίμηνο του έτους, υπό τη νέα κυβέρνηση. Και με ευθύνη της…
Κι ύστερα προσέθεσε δαπάνες που δεν είχαν προϋπολογιστεί κι έγραψε κι επιπρόσθετες δαπάνες ως την τελευταία στιγμή. Κι έτσι το χρέος εκτοξεύθηκε στο 12,7% για να πάει τελικά στο 13,6%.
Χωρίς αυτή την ολέθρια διαχείριση του τελευταίου τριμήνου, και τις λογιστικές αλχημείες, το έλλειμμα δεν θα ξεπέρναγε το 8,5%. Μιάμιση μονάδα παραπάνω απ’ ότι προεξοφλούσε η προηγούμενη κυβέρνηση. Με την παράλυση του κράτους και του εισπρακτικού μηχανισμού, προέκυψε με φυσικό τρόπο άλλη μιάμιση μονάδα περίπου. Και με τις λογιστικές αλχημείες προστέθηκαν άλλες τρείς ως τρεισήμισι μονάδες. Κι έτσι το έλλειμμα έφτασε τελικά στο 13,6%.
Τότε ήταν που οι διεθνείς αγορές άρχισαν να χάνουν την εμπιστοσύνη τους. Κι από τον Ιανουάριο άρχισαν να σκαρφαλώνουν τα spreads . Για να φτάσουν σύντομα στο τριπλάσιο κι ύστερα στο τετραπλάσιο του επιπέδου που βρίσκονταν στις αρχές Οκτωβρίου.
Την εποχή αυτή, όταν κλονιζόταν η εμπιστοσύνη των αγορών προς την Ελλάδα, η νέα διακυβέρνηση έκανε και μια σειρά από νέα σφάλματα: Τη μία παρομοίαζε την Ελληνική Οικονομία με το μοιραίο υπερωκεάνιο «Τιτανικός». Την άλλη υπουργοί της διακήρυσσαν ότι «δεν υπάρχει σάλιο» για να πληρωθούν οι τρέχουσες πληρωμές συντάξεων. Την άλλη επίσημα κυβερνητικά χείλη στο εξωτερικό παρουσίαζαν σε κάθε ευκαιρία τη χώρα ως «διεφθαρμένη». Την άλλη ενέπλεξαν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για να εκβιάσουν Ευρωπαϊκή στήριξη. Την άλλη αποκήρυσσαν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Την άλλη κατέφυγαν στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Κι όλο αυτό το διάστημα δίσταζαν και αργούσαν να πάρουν στοιχειώδη μέτρα περιστολής του ελλείμματος. Κι όταν τα ελάμβαναν διαπίστωναν ότι δεν αρκούσαν πια. Και χρειάζονταν κι άλλα. Και διαβεβαίωναν ότι δεν επρόκειτο να πάρουν κι άλλα. Κι ύστερα άρχιζαν να συζητούν άλλα. Κι όταν τα έπαιρναν κι αυτά ήταν πλέον ανεπαρκή…
Σε όλο αυτό το διάστημα η νέα κυβέρνηση έκανε ό,τι μπορούσε για να πείσει τις αγορές ότι είτε δεν γνώριζε την κατάσταση που διαχειρίζεται, είτε δεν γνώριζε τι να κάνει για να την αντιμετωπίσει, είτε δεν μπορούσε να την αντιμετωπίσει.
Έκανε όλα τα πιθανά κι απίθανα λάθη, έκανε όλες τις πιθανές κι απίθανες γκάφες. Και τελικώς έφερε την Ελλάδα στο σημείο να μη μπορεί να δανειστεί.
Όλα αυτά συνέβησαν το τελευταίο εξάμηνο, όχι διότι επιδεινώθηκαν ουσιωδώς τα δημοσιονομικά μεγέθη της Ελλάδας, όχι γιατί επιδεινώθηκε ουσιωδώς η ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Οικονομίας, αλλά γιατί οι διεθνείς αγορές έχασαν την εμπιστοσύνη τους προς την Ελληνική κυβέρνηση και την ικανότητά της να διαχειριστεί την κατάσταση.
Κι έτσι οδηγούμαστε στη πρώτη θεμελιώδη θέση που έχω ήδη διατυπώσει δημόσια: Πριν τον Οκτώβριο του 2009 υπήρχε πρόβλημα ελλείμματος και χρέους στην Ελλάδα, πρόβλημα παρόμοιο με εκείνο που υπήρχε στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης. Τίποτε ουσιωδώς διαφορετικό. Στους επτά μήνες που μεσολάβησαν από τις εκλογές, η νέα Κυβέρνηση κατάφερε να μετατρέψει ένα πρόβλημα ελλείμματος κοινό για όλους, σε κρίση δανεισμού μοναδική στην Ευρώπη! Αυτό ήταν αποκλειστικά δικό της επίτευγμα.
Μια απαραίτητη διευκρίνιση εδώ: Ασφαλώς, το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ότι διαθέτει ένα τεράστιο αντιπαραγωγικό κράτος. Που απασχολεί τετραπλάσιο προσωπικό απ’ ό,τι θα αντιστοιχούσε σε μια σύγχρονη χώρα.
Όχι μόνο δεν δείχνω καμία επιείκεια για αυτό, αλλά η κριτική μου πάει πολύ πιο μακριά. Υποστηρίζω, χρόνια, τώρα ότι δημιουργήθηκε ένα μοντέλο που αναδιανέμει δανεικά, σε βάρος των επόμενων γενεών. Που έχει υποκαταστήσει την ανάπτυξη με την υπερκατανάλωση. Την επένδυση με την κερδοσκοπία. Και την ανταγωνιστικότητα με την «αρπαχτή». Όπου μεγάλο μέρος των εργαζομένων έγιναν δημόσιοι υπάλληλοι και μεγάλο μέρος των επιχειρηματιών έγιναν κρατικοδίαιτοι.
Κι ανάμεσά τους δημιουργήθηκε μια τεράστια γραφειοκρατία, που μπλοκάρει τα πάντα. Κι όσο επεκτεινόταν το κράτος, τότε αδρανούσε, τόσο ξέφευγε από το στόχο του, τόσο δυσκολευόταν να υπηρετήσει το βασικό λόγο ύπαρξής του, το δημόσιο συμφέρον.
Κι έτσι γίνεται όλο και δυσκολότερο σε μία κυβέρνηση να δώσει λύσεις χρησιμοποιώντας το κράτος. Γιατί το ίδιο το κράτος είναι μέρος του προβλήματος. Κι έτσι το οικονομικό και το πολιτικό πρόβλημα της Ελλάδας έγιναν αλληλένδετα.
Σας μιλάει ένας άνθρωπος που δεν τα «ανακάλυψε» όλα αυτά τώρα. Τα λέω δημόσια – ακόμα κι από αυτό το εδώ το βήμα – εδώ και χρόνια. Και, πιστέψτε με, κάποτε ακούγονταν πολύ «ριζοσπαστικά», πολύ «ακραία». Και τα πλήρωσα.
Δεν δείχνω, λοιπόν, καμία επιείκεια για το οικονομικό μοντέλο που σήμερα δείχνει να χρεοκοπεί. Ούτε για το πολιτικό σύστημα που σήμερα δείχνει να αποτυγχάνει.
Δεν δείχνω, αν θέλετε, καμία επιείκεια ούτε για το κόμμα μου, για τη Νέα Δημοκρατία, που εκλέχθηκε το 2004 για να λύσει τα προβλήματα αυτά, για να επανιδρύσει το κράτος και δεν το έκανε. Άλλοτε το προσπάθησε, αλλά έκανε πίσω. Άλλοτε δεν το προχώρησε όσο θα ’πρεπε. Άλλοτε το προσπάθησε και πλήρωσε δυσανάλογο πολιτικό κόστος. Κι άλλοτε δεν το προσπάθησε καν.
Δεν δείχνω, λοιπόν, καμία επιείκεια για τίποτε και για κανένα.
Όμως, όλα αυτά η Νέα Δημοκρατία δεν τα δημιούργησε. Τα βρήκε.
Δεν τα άλλαξε, όσο θα ’πρεπε – σύμφωνοι! Αλλά τα βρήκε δεν τα δημιούργησε…
Και δεν ανέχομαι, ως πολιτικός, να ζητούν και τα ρέστα σήμερα, εκείνοι που τριπλασίασαν το ελληνικό χρέος στη δεκαετία του 80.
Εκείνοι που εισήγαγαν και θεσμοθέτησαν το λαϊκισμό στην Ελλάδα.
Εκείνοι που κραύγαζαν «δώστα όλα» το 1989 και «λεφτά υπάρχουν» για παροχές το 2009. Μόλις πριν λίγους μήνες.
Εκείνοι που αντιστάθηκαν σε κάθε απόπειρα μεταρρύθμισης όταν βρίσκονταν στην Αντιπολίτευση.
Κι εκείνοι που προσπάθησαν να αποτρέψουν τη συρρίκνωση του αριθμού των ασφαλιστικών ταμείων, και κάθε ιδιωτικοποίηση, και την πώληση της Ολυμπιακής και τη σύμβαση για την προβλήτα του Πειραιά.
Αν θέλετε να μιλήσουμε για τα βαθιά διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας, υπάρχουν κάποιοι που οφείλουν να απολογηθούν γιατί ως κόμμα τα δημιούργησαν κι όποτε είχαν την ευκαιρία τα επιδείνωναν συνέχεια, κι αν κάποιος άλλος πήγαινε να τα διορθώσει του έθεταν αξεπέραστα εμπόδια.
Κι ύστερα όταν ξανάγιναν κυβέρνηση και διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν ξανά να μοιράσουν λεφτά όπως είχαν υποσχεθεί, πήραν ένα πρόβλημα δημόσιου ελλείμματος και το μετέτρεψαν σε μοναδική και πρωτοφανή κρίση δανεισμού.
Γι’ αυτό σήμερα δεν δέχομαι ως «κήνσορες» εκείνους που δεν είχαν το θάρρος ούτε μιας συγγνώμης.
Αλλά, για να ξεφύγουμε λίγο από την Ελλάδα: Η δική μας κρίση δεν θα γινόταν πανευρωπαϊκή, αν δεν ήταν στρεβλό και το σύστημα της νομισματικής μας ενοποίησης.
-- Δεν θα σας κουράσω με θεμελιώδεις στρεβλώσεις και ακαμψίες του Συμφώνου Σταθερότητας, που κάποτε, ο τότε Πρόεδρος της Κομμισσιόν, ο Ρομάνο Πρόντι, το είχε χαρακτηρίσει… «Σύμφωνο ηλιθιότητας». Και γι’ αυτό τροποποιήθηκε στη συνέχεια…
-- Δεν θα σας κουράσω με το γεγονός ότι ο Κοινοτικός Προϋπολογισμός δαπανά ετησίως μόλις το 1% του Κοινοτικού ΑΕΠ, όταν ο Ομοσπονδιακός Προϋπολογισμός των ΗΠΑ δαπανά πάνω από 20%, του αντίστοιχου αμερικανικού ΑΕΠ. Κι έτσι στερεί την Ενωμένη Ευρώπη από ένα ισχυρό ενοποιητικό μηχανισμό που θα μπορούσε να εξουδετερώσει τις επιπτώσεις μιας κοινής νομισματικής πολιτικής σε τόσο διαφορετικές οικονομίες.
Δεν θα σας κουράσω με το γεγονός ότι μόλις τον Ιούνιο του 2008, κι ενώ η κρίση της αγοράς κατοικιών είχε αρχίσει στις ΗΠΑ και η επιβράδυνση είχε αρχίσει στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανέβαζε τα ευρωπαϊκά επιτόκια! Όταν η Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα τα έριχνε ήδη επί οκτώ μήνες.
Όλα αυτά μου δόθηκε η ευκαιρία να τα πω τότε, ως Ευρωβουλευτής στις Βρυξέλλες. Κι ένιωσα πολύ μόνος κάποιες φορές.
Σήμερα όλοι σχεδόν παραδέχονται τις ακαμψίες και τις αγκυλώσεις του Ευρωπαϊκού συστήματος.
Θα αναφερθώ, όμως, σε τρείς πρόσφατες αδυναμίες που αναδείχθηκαν με ευκαιρία την Ελληνική κρίση:
* Πρώτον, ότι η νομισματική μας Ένωση δεν διέθετε μηχανισμούς στήριξης ενός κράτους-μέλους της ευρωζώνης που θα βρεθεί σε κρίση δανεισμού. Τον μηχανισμό αυτό τώρα τον απέκτησε - έστω σε συνεργασία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο - και με αρκετά ακόμα λειτουργικά προβλήματα. Που είδαμε να τα λύνει τα τελευταία εικοσιτετράωρα και υπό τον πίεση των αγορών.
Αν υπήρχε αυτός ο μηχανισμός, αν δεν δημιουργούνταν ad hoc , κι αν είχε λύσει τα λειτουργικά του προβλήματα, ίσως τα πράγματα θα ήταν καλύτερα σήμερα για την ίδια την Ελλάδα. Και δεν θα υπήρχε ο κίνδυνος διάδοσης της κρίσης για τις υπόλοιπες χώρες.
* Το δεύτερο είναι οι δράση των ιδιωτικών Οίκων Αξιολόγησης. Που μπορούν με μια ανακοίνωσή τους, με μια υποβάθμιση, να πλήξουν τις προσπάθειες μιας χώρας να σταθεροποιήσει τα οικονομικά της και μιας ολόκληρης Ένωσης να σταθεροποιήσει το νόμισμά της. Χωρίς πάντα να είναι διαφανή τα κριτήρια αξιολόγησης.
Κατά την επίσκεψή μου στις Βρυξέλλες στις 25 Μαρτίου, είχα την ευκαιρία να προτείνω τη δημιουργία ενός αξιόπιστου Οίκου Αξιολόγησης υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Θέλουμε να γνωρίζουμε όλη την αλήθεια για την αξιοπιστία του χρέους κάθε χώρας. Αλλά δεν θέλουμε να παίζονται παιγνίδια με το κρατικό χρέος. Γιατί αυτό συμβαίνει ήδη. Συνέβη με την Ελλάδα, όπως ομολόγησαν και οι Ευρωπαίοι ηγέτες. Και μπορεί να συμβεί και με άλλες χώρες. Βοηθώντας την επέκταση της κρίσης πέραν της Ελλάδας.
* Και πέρα από του ιδιωτικούς Οίκους αξιολόγησης, τα κρατικά ομόλογα των ευρωπαϊκών χωρών είναι εκτεθειμένα στις πιέσεις των κερδοσκόπων. Πρακτικές αληθινά ασύμβατες με τις αρχές της ελεύθερης αγοράς, επιτρέπουν σε κάποιους όχι απλώς να αγοράζουν «ασφαλιστήρια», τα λεγόμενα CDS , για ομόλογα που δεν διαθέτουν, αλλά και να τζογάρουν πάνω σε «στοιχήματα» της έκβαση των οποίων είναι οι ίδιοι σε θέση να επηρεάσουν. Σαν να αγοράζει κανείς ασφάλεια για το σπίτι του… γείτονα κι ύστερα να πηγαίνει και να του βάζει φωτιά για να κερδίσει από τη συμφορά του άλλου.
Αυτό το όργιο αδιαφάνειας πρέπει να πάρει τέλος. Το αναγνώρισαν κι αυτό οι Ευρωπαίοι ηγέτες. Αλλά η Ελλάδα έπεσε ήδη θύμα αυτής της κερδοσκοπίας. Και άλλα ευρωπαϊκά κράτη κινδυνεύουν να πάθουν το ίδιο.
Όπως ανέφερε ο Ζαν Κλόντ Γιούγκερ, Πρόεδρος του Ευρωγκρούπ, η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση στηρίζεται πάνω σε δύο πυλώνες: την Υπευθυνότητα όλων των κρατών και την Αλληλεγγύη μεταξύ τους. Ιδιαίτερα σε δύσκολες στιγμές.
Το τελευταίο διάστημα φάνηκε πράγματι ένα έλλειμμα υπευθυνότητας. Αλλά φάνηκε κι ένα έλλειμμα αλληλεγγύης.
Το πρώτο ίσως εξηγεί την ελληνική κρίση. Αλλά το δεύτερο εξηγεί γιατί η ελληνική κρίση δανεισμού κινδύνευσε – κι ακόμα κινδυνεύει – να μεταδοθεί εκτός Ελλάδος. Και να γίνει πανευρωπαϊκή…
Κυρίες και κύριοι,
Η δεύτερη θέση μου είναι ότι ο κύριος κίνδυνος που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα εξ αιτίας της κρίσης, είναι να μπει σε ένα φαύλο κύκλο, όπου τα απαραίτητα δραστικά μέτρα για τον περιορισμό του ελλείμματος οδηγούν σε μεγαλύτερη ύφεση, η οποία μειώνει τα φορολογικά έσοδα, αυξάνει τα ελλείμματα ή δεν τους επιτρέπει να μειωθούν ως ποσοστό του ΑΕΠ. Κι αυτό οδηγεί σε ανάγκη νέων μέτρων, που φέρνουν ακόμα βαθύτερη ύφεση, διατηρούν τα ελλείμματα υψηλά και απαιτούν ακόμα σκληρότερα μέτρα.
Αυτός ο φαύλος κύκλος νεκρώνει την Οικονομία μας και διαλύει την Κοινωνία μας.
-- Ως Οικονομολόγος σας λέω ότι αυτό τον φαύλο κύκλο φοβάμαι πάνω απ’ όλα.
-- Κι ως Πολιτικός σας λέω ότι ανησυχώ για τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής που αυτός ο φαύλος κύκλος θα επιφέρει αναπόφευκτα.
Γιατί μια Οικονομία, ακόμα κι αν καταρρεύσει, μπορείς σχετικά σύντομα να την ξαναστήσεις στα πόδια της.
Αλλά αν μια Κοινωνία δείξει σοβαρά συμπτώματα διάλυσης, είναι πολύ πιο δύσκολο να συνέλθει.
Ασφαλώς ένας από τους λόγους που ήμασταν αντίθετοι με την προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ήταν διότι θα προτιμούσαμε να αντιμετωπιστεί η βοήθεια προς την Ελλάδα σε αυστηρά Ευρωπαϊκά πλαίσια. Αλλά επίσης γιατί θεωρούμε ότι οι όροι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, κατά κανόνα, βάζουν την Οικονομία ακόμα βαθύτερα στο φαύλο κύκλο: σκληρών μέτρων - βαθιάς ύφεσης – ακόμα πιο μεγάλων ελλειμμάτων – ακόμα πιο σκληρών μέτρων – ακόμα πιο βαθιάς ύφεσης – ακόμα πιο μεγάλων ελλειμμάτων…
Τώρα, όμως, όπως τα κατάφερε η κυβέρνησή μας, αυτό δεν είναι πλέον επιλογή. Είναι δυσάρεστη πραγματικότητα. Έχουμε ήδη προσφύγει στη στήριξη του Ευρωπαϊκού μηχανισμού και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, επειδή οι αγορές έκλεισαν για μας.
Και τώρα κατά μείζονα λόγο ο στόχος μας, ο πρωταρχικός μας στόχος παραμένει ο ίδιος. Πώς θα μειώσουμε άμεσα τις επιπτώσεις της κρίσης, το κλείσιμο των επιχειρήσεων και τα λουκέτα. Και πώς θα βγούμε από την κρίση κι από τον μηχανισμό στήριξης μιαν ώρα αρχύτερα. Ώστε να μπούμε ξανά σε μια τροχιά Ανάπτυξης. Αυτή τη φορά υγιούς Ανάπτυξης με προτεραιότητα στην Ανταγωνιστικότητα…
-- Γι’ αυτό και προτείναμε εξ αρχής μέτρα τόνωσης της Οικονομίας μηδενικού ή ελάχιστου δημοσιονομικού κόστους, για να μη διαλυθούν οι αγορές. Γιατί αν θέλεις να μαζέψεις έσοδα πρέπει κάτι να βρεις να φορολογήσεις. Αυτά τα μέτρα είναι κατά μείζονα λόγο απαραίτητα σήμερα. Διότι αν δεν τα πάρουμε, η Οικονομία μας θα πεθάνει όχι από τα ελλείμματα, αλλά από «φάρμακο» για τα ελλείμματα.
Για να αντέξει η Οικονομία το σοκ, χρειάζεται απαραιτήτως τα μέτρα τόνωσης.
-- Αλλά τώρα πλέον, για να βγούμε από την επιτήρηση του Ταμείου και να μπορέσουμε να ξαναμπούμε στις διεθνείς αγορές χρήματος με ευνοϊκούς όρους, χρειαζόμαστε και δραστικά μέτρα αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας. Της οποίας η αντικειμενική αξία καλύπτει πλήρως το συνολικό μας χρέος, αλλά είναι πλήρως αναξιοποίητη. Δεν αποδίδει σχεδόν τίποτε!
Κι είναι πραγματικά αδιανόητο να γονατίζει μια χώρα από τους τόκους για την εξυπηρέτηση του χρέους της και την ίδια στιγμή να διαθέτει τεράστια, ίση προς το χρέος, περιουσία και να την κρατά ανενεργή.
Δεν προτείνουμε «να πουλήσουμε τα ασημικά μας». Προτείνουμε να αξιοποιήσουμε περιουσιακά στοιχεία που σήμερα δεν αποδίδουν τίποτε και ταυτόχρονα απαξιώνονται ταχύτατα.
Αξιοποίηση δεν είναι μόνο η πώληση. Είναι και η μακροχρόνια μίσθωση, είναι και οι Συμπράξεις Ιδιωτικού Δημόσιου Τομέα. Κι ασφαλώς όλα αυτά αφορούν περιουσιακά στοιχεία του κράτους που είναι ήδη χωροθετημένα και μπορούν να αξιοποιηθούν οικονομικά. Δεν αφορούν εθνικούς θησαυρούς, μουσεία, πολιτιστικούς θησαυρούς βραχονησίδες κλπ.
Αφορούν όλα εκείνα που θα έπρεπε να είχαμε κάνει από χρόνια. Αυτά που άλλα κράτη έχουν κάνει από χρόνια. Αυτά που, αν τα είχαμε κάνει, δεν θα είχαμε μπει στην κρίση. Κι αυτά που αν τα κάνουμε – με όσο χρόνο απαιτείται, βεβαίως - όχι μόνο θα βγούμε από την κρίση κι από την επιτήρηση, αλλά και θα μπούμε πολύ γρήγορα σε δρόμο υγιούς και ταχύτατης ανάπτυξης.
Κι εδώ κλείνω με την Τρίτη θέση μου: Η Ελλάδα είναι μια πολύ πλούσια χώρα. Κι όμως είναι υπερχρεωμένη! Κι αυτό το παράδοξο - να είμαστε πλούσιοι και υπερχεωμένοι ταυτόχρονα - υποδεικνύει και τι πρέπει να κάνουμε.
Εκτός από την περιουσία του δημοσίου, η Ελλάδα έχει και πολλαπλά αναξιοποίητα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Μοναδική φύση, μοναδική θέση, μοναδική Ιστορία, παράδοση και κληρονομιά. Και το ταλέντο των ανθρώπων της. Που διαπρέπουν παντού στον κόσμο και μαραζώνουν μόνο στον τόπο τους.
Πράγματι, η Ελλάδα είναι μια πολύ πλούσια και ταυτόχρονα υπερχρεωμένη χώρα.
Και κάτι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτό.
Ή μάλλον οφείλουμε να κάνουμε πολλά, και άμεσα:
Ανάμεσα σε αυτά.
* Όλες οι σημαντικές επενδύσεις να περνάνε από το Γραφείο του Πρωθυπουργού και να ξεμπλοκάρουν αμέσως. Υπό συνθήκες πλήρους διαφάνειας.
* Να υπάρχει η μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία σε κάθε ευρώ που ξοδεύεται.
* Να μην υπάρξει ποτέ ξανά περίπτωση, όπως αυτή με το Ισπανικό κρουαζιερόπλοιο Zenith , που το διώξαμε ουσιαστικά από τον Πειραιά. Και μαζί του κινδυνεύουμε να χάσουμε και πολλαπλάσιους άλλους επισκέπτες φέτος, ίσα-ίσα τη στιγμή που τους χρειαζόμαστε περισσότερο. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αυτοκτονήσει μια χώρα. Το να διώχνει τους τουρίστες της την ώρα της μεγαλύτερης κρίσης της είναι ο χειρότερος. Κι εν πάση περιπτώσει, αυτή η χώρα δεν θέλει να αυτοκτονήσει…
* Οι αποφάσεις που παίρνονται να υλοποιούνται. Και να κοπεί όλη η γραφειοκρατία που μεσολαβεί ανάμεσα στη λήψη μιας απόφασης και την υλοποίησή της. Ένα απ’ αυτά για τα οποία δυσπιστούν οι αγορές απέναντί μας το τελευταίο διάστημα, είναι όχι για το αν θέλουμε να πάρουμε μέτρα, αλλά για το αν μπορούμε να τα υλοποιήσουμε. Πρέπει να τους δείξουμε, ότι πλέον μπορούμε.
* Να μη γίνονται μισές μεταρρυθμίσεις, γιατί κινδυνεύουν να μετατραπούνε σε… συνολική Απορρύθμιση! Όπως για παράδειγμα ο «Καλλικράτης», η διοικητική μεταρρύθμιση που προωθείται χωρίς πόρους, χωρίς ουσιαστικές αρμοδιότητες και με έντονη οσμή… «κομματικής κοπτορραπτικής» στη χωροταξία της. Υπάρχουν, όμως, τρεις τρόποι να ακυρώσεις μια μεταρρύθμιση εξ αρχής. Η Κυβέρνηση διάλεξε και τους τρεις…
Κι όλα αυτά χωρίς την παραμικρή διαβούλευση με τους δήμους. Εκείνοι που έκαναν «σημαία» τους τη δημόσια διαβούλευση εκεί που δεν χρειάζεται και επί μήνες παρέλυσαν το κράτος, καθυστερώντας τους διορισμούς Γενικών Γραμματέων στα υπουργεία, αρνήθηκαν κάθε διαβούλευση εκεί που ήταν πιο απαραίτητη!
Θα μπορούσα να συνεχίσω επ’ άπειρον αυτόν τον κατάλογο των πρακτικών ιδεών άμεσης εφαρμογής.
Προτιμώ να κλείσω με δύο παρατηρήσεις:
* Σήμερα που το σύστημα καταρρέει πολλοί προτείνουν «φρέσκες ιδέες». Όπως για παράδειγμα να μειωθεί η δύναμη της Βουλής σε 200 βουλευτές. Εγώ δεν δημαγωγώ. Ιδιαίτερα σε μιαν εποχή που και 50 βουλευτές να πρότεινες να έχει η Βουλή, θα σου έλεγε η Κοινωνία «μπράβο». Άλλωστε πολλά χρόνια πίσω, σε μιαν εποχή που δεν «μεσουρανούσα», είχα από τότε προτείνει Βουλή 200 βουλευτών.
Ας μην μπερδεύουν, λοιπόν, κάποιοι το λαϊκισμό με τα μεγάλα διαρθρωτικά μέτρα για να ξεπεράσουμε την κρίση. Ο λαϊκισμός βλάπτει την Πολιτική. Βλάπτει την Κοινωνία. Βλάπτει τη Δημοκρατία. Και πάνω απ όλα επιδεινώνει την κρίση…
* Τέλος, ακούγονται πολλές φωνές, που ζητούν μπροστά στην κρίση πολιτική υπευθυνότητα.
Άλλες είναι σοβαρές και καλόπιστες. Και πάντα σταθερές…
Άλλες προσπαθούν να τεκμηριώσουν τη συνενοχή των δύο μεγάλων κομμάτων προκειμένου να συμπαρασυρθεί ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος στην κρίση.
Ξεκαθαρίζω λοιπόν: Ως υπεύθυνος πολιτικός οφείλω να είμαι ρεαλιστής. Γι’ αυτό εξ αρχής έκανα πράγματα δεν έχει ξανακάνει ποτέ κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης: Ζήτησα από την κυβέρνηση να πάρει μέτρα εγκαίρως, πρότεινα αντιδημοφιλή μέτρα, υπέδειξα τι να κάνει και τι όχι, έβαλα πλάτη στις προσπάθειές της να επιτύχει την στήριξη των Ευρωπαίων και να αποκρούσει τις επιθέσεις των κερδοσκόπων.
Αλλά απέναντί μου έχω μια Κυβέρνηση, που με νοοτροπία ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80, έβαλε συστηματικά την προπαγάνδα της, για να παρουσιάσει τη συναίνεση ως αδυναμία.
Γι’ αυτό δεν ασχολούμαι με την Κυβέρνηση και τις ανασφάλειές της.
Ασχολούμαι αποκλειστικά με το συμφέρον και το μέλλον του τόπου…
Πιστεύω ότι ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης πρέπει να μη μασάει τα λόγια του, να μη διστάζει, να μην κλείνει τα μάτια του και να είναι ρεαλιστής.
Ειδικά σε δύσκολες στιγμές.
Και κάτι τελευταίο.
Να εμπνέει εμπιστοσύνη και Ελπίδα.
Ειδικά μέσα σε συνθήκες πρωτόγνωρης Κρίσης.
Γιατί υπάρχουν τρία πράγματα που είναι αδύνατα:
-- Δεν μπορείς να έχεις Οικονομία χωρίς Ψυχολογία.
-- Δεν μπορείς να έχεις Ανάπτυξη χωρίς Ανταγωνιστικότητα.
-- Και δεν μπορείς να έχεις Πολιτική χωρίς Ελπίδα.
Η Ελπίδα δεν είναι «πολυτέλεια». Δεν είναι μια λεξούλα που επαναλαμβάνουμε κάθε τόσο γιατί ακούγεται ευχάριστα.
Είναι η ουσιώδης προϋπόθεση για κάθε Σχέδιο που θα μας βγάλει από την Κρίση.
Γιατί απ’ αυτή την Κρίση θα βγούμε.
Καλύτεροι, δυνατότεροι, υγιέστεροι πολιτικά και πιο ανταγωνιστικοί οικονομικά.
Από την Κρίση αυτή θα βγούμε.
Να μην έχετε καμία αμφιβολία γι’ αυτό…
Σας ευχαριστώ…